Ο Νίκος Σταυρόπουλος, από τους μεγαλλύτερους καλλιεργητές αρωματικών στο Βασιλικό, ξετυλίγει στην Αgropress τα σχέδιά του
Του Γιώργου Ηλιόπουλου
Για χρόνια είχε ασχοληθεί με τον τομέα των καλλωπιστικών φυτών. Όμως το ένστικτό του τον ώθησε στο να αλλάξει γρήγορα ρότα, διαβλέποντας την επερχόμενη κρίση. Ο Νίκος Σταυρόπουλος είναι από τους γνωστότερους καλλιεργητές σιδερίτη στην περιοχή των Φαρρών, δηλαδή τσαγιού του βουνού, επιλογή που τον αποζημίωσε. Η επιχείρηση βρίσκεται στο Βασιλικό του Δήμου Ερυμάνθου, περιοχή με τεράστιο φυσικό κάλλος και εκτός από το τσάι παράγει και ρίγανη. Ο Νίκος Σταυρόουλος είναι η τρίτη γενιά που καταπιάνεται με τον τομέα των φυτών, μιας και ο παππούς του είχε διαπρέψει στον τομέα των ανθοκομικών ήδη από το 1935 και το βάρος της συνέχισης της παράδοσης έπεσε στον εγγονό.
« Έχω καλύψει πάνω από μια δεκαετία στον τομέα των φυτών. Υπήρξε ανταπόκριση και μάλιστα μεγάλη από τον κόσμο. Είχαμε καταπιαστεί και ένα διάστημα με τις κατασκευές κήπων και τα χρόνια της ευμάρειας ο κόσμος είχε στραφεί στον καλλωπισμό των εξωτερικών του χώρων. Φανταστείτε ότι το κατάστημά μου διέθετε πάνω από 150 κωδικούς φυτών και ένα σύνολο εκμετάλλευσης 16 στρεμμάτων» σημειώνει στην Agropress ο κ. Νίκος Σταυρόπουλος. Τα φυτά που αγαπούσε ο κόσμος κατά κύριο λόγο ήταν δερπτά, όπως ζέρμπερα, τριαντάφυλλο, χρυσάνθεμο μέχρι που στις αρχές του 2017 ο κ. Σταυρόπουλος αποφάσισε να ασχοληθεί με τα αρωματικά και ιδιαίτερα με το τσάι και τη ρίγανη.
«Το τσάι του βουνού επιστημονικά ονομάζεται σιδερίτης. Ουσιαστικά το φυτό το κατέβασα
από υψηλό υψόμετρο σε χαμηλό και δεν ήταν εύκολο μέχρι το φυτό να καταφέρει να εγκλιματιστεί στις νέες συνθήκες. Θεωρώ ότι οι επιχειρήσεις αυτού του είδους με τα αρωματικά πρέπει να έχουν το βλέμμα τους στραμμένο στην εξαγωγή. Τα συγκεκριμένα αρωματικά είναι υψηλής ποιότητα και τολμώ να πω ότι σε κανένα άλλο μέρος του πλανήτη δεν μπορούν να αναπτυχθούν καλύτερα από την χώρα μας. Έχουμε το πλεονέκτημα του ανταγωνισμού ποιότητας» τονίζει ο κ. Σταυρόπουλος.
Μια καινοτομία που ο ίδιος προγραμματίζει είναι να καταφέρει να συσκευάσει τσάι του βουνού σε ειδική κάψουλα για μηχανή Νεσπρέσσο. Κάτι που δεν φαίνεται ιδιαίτερα δύσκολο και φαίνεται να έχουν γίνει τα βήματα για αυτή την καινοτομία. Την τυποποίηση του τσαγιού που παράγει την αναλαμβάνει ο ίδιος και στην παρούσα φάση πουλάει χονδρικής σε διάφορα καταστήματα με βότανα και άλλα είδη. Το ίδιο κάνει και με τη ρίγανη την οποία πουλάει ή σε ματσάκια ή τριμμένη.
«Θεωρώ ότι η ρίγανη είναι σε ανταγωνισμό με τη μέση τιμή της πατάτας και το τσάι ξεπερνάει ακόμη και τη φράουλα. Φανταστείτε ότι στην φράουλα μιλάμε ακόμη και για καλλιέργειες 15.000 στρεμμάτων» αναφέρει ο κ. Σταυρόπουλος.
ΕΠΟΜΕΝΟΣ ΣΤΟΧΟΣ, ΤΟ «ΛΟΥΛΟΥΔΙ ΤΟΥ ΔΑΡΒΙΝΟΥ»
Επόμενος στόχος του κ. Σταυρόπουλου είναι φυτέψει primulas verries ή αλλιώς «το λουλούδι του Δαρβίνου» όπως είναι γνωστό.Ήδη σε περιοχές της Ηπείρου έχει αρχίσει η καλλιέργειά του όμως στην περιοχή μας θα είναι ο μοναδικός.
«Εκείνο που με έκανε να ασχοληθώ είναι ότι διαπίστωσα μεγάλο ενδιαφέρον για τη συγκομιδή του από συναδέλφους Αλβανούς και Σκοπιανούς. Είδα ότι υπάρχει έδαφος στην Αλβανία για πώληση και τιμές αρκετά υψηλές. Παίρνουμε μόνο το άνθος και από αυτό γίνεται αφέψημα. Κόβουμε το άνθος το αποξηραίνουμε και το κάτω μέρος συνεχίζει την ανθοφορία του φυτού» εξηγέι ο κ. Σταυρόπουλος.
ΓΙΑΤΙ ΠΩΛΕΙΤΑΙ ΧΙΛΙΑΔΕΣ ΕΥΡΩ ΤΟ ΚΙΛΟ;
Το είδος Primula Veris, ένα αρωματικό φυτό της οικογένειας των primulaceae που φύεται σε υψόμετρα 700-2.300 μέτρια σε δασικές περιοχές. Βρίσκεται σε αρκετά ορεινά σημεία της χώρας και θεωρείται «χαμηλού κινδύνου». Το φυτό (το «Λουλούδι του Δαρβίνου» ή Πρίμουλα της Άνοιξης) έχει μεγάλη εμπορική αξία, περίπου 50.000 το κιλό αποξηραμένο, το οποίο εμπορεύεται προς Γερμανία και άλλες χώρες.
Πρόκειται για έναν τομέα που μπορεί να αξιοποιηθεί στις ορεινές περιοχές της Ηπείρου, με οργανωμένες καλλιέργειες- φυτείες, δίνοντας εισόδημα στους μόνιμους κατοίκους, αλλά και σε νέους που θα θελήσουν να ασχοληθούν στη συγκεκριμένη παραγωγή.
H πρίμουλα είναι πολυετές ποώδες λουλούδι που δίνει τα υπέροχα άνθη του μέσα στο καταχείμωνο από τέλη Δεκέμβρη έως Μάιο και φυτεύεται σε γλάστρες και ζαρντινιέρες, αλλά και στον κήπο για να δημιουργήσει εντυπωσιακές χρωματικές συνθέσεις. Το όνομά της, που προέρχεται από τα λατινικά, επιβεβαιώνει και χαρακτηρίζει την πρώιμη ανθοφορία της.